|
Προπαγανδιστική αφίσα για τους Νεοτούρκους |
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Οθωμανική αυτοκρατορία εισερχόταν στην τελευταία και πλέον δραματική φάση της 700χρονης ιστορίας της. Αποτελούσε ήδη από δεκαετίες ένα συγκεντρωτικό μηχανισμό βίαιης αλλά αναποτελεσματικής εξουσίας, που γερνούσε επώδυνα και επρόκειτο να πεθάνει προσφέροντας απατηλές υποσχέσεις για ένα ειρηνικό μέλλον αλλά στην πραγματικότητα σπέρνοντας γενοκτονικό τρόμο σε εκατομμύρια ανυποψίαστα θύματα, που πήραν τοις μετρητοίς τις υποσχέσεις για φιλελευθεροποίηση που τόσο υποκριτικά επιδαψίλευσαν οι τελευταίοι και τρομακτικότεροι ηγέτες της. Τον Ιανουάριο του 1913 μια ομάδα αξιωματικών του Γ΄ Σώματος του Οθωμανικού στρατού καταλάμβανε με πραξικόπημα την εξουσία στην Κωνσταντινούπολη, καθαιρούσε τον Αμπντούλ Χαμίντ και εγκαθίδρυε ένα αυταρχικό καθεστώς διώξεων της αντιπολίτευσης. Το χειρότερο όλων όμως: Έθετε αμέσως σε εφαρμογή ένα σχέδιο εθνικής εκκαθάρισης των μη μουσουλμανικών πληθυσμών της αυτοκρατορίας, θύματα του οποίου έπεσαν κυρίως οι Έλληνες, οι Αρμένιοι και οι Ασσύριοι της Ανατολίας.
Επρόκειτο για τους ευρύτερα γνωστούς ως Νεοτούρκους, ή αλλιώς Ιτιχατιστές (από την πρώτη λέξη του ονόματος της οργάνωσής τους: Ιτιχάτ βε τεραχί τσεμιγετί [Επιτροπή ενότητας και προόδου]). Η επιτροπή είχε κάνει βέβαια νωρίτερα την εμφάνισή της στο προσκήνιο, με την λεγόμενη επανάσταση του 1908, οπότε και υποχρέωσε τον σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίντ να θέσει σε ισχύ εκ νέου το βραχύβιο οθωμανικό σύνταγμα του 1876 και επαγγέλθηκε σε όλες τις εθνότητες της αυτοκρατορίας ίσα δικαιώματα και ισονομία. Με τον τρόπο αυτό οι ιτιχατιστές προκάλεσαν κύματα αισιοδοξίας -απατηλής όπως δυστυχώς αμέσως μετά αποδείχθηκε- ανάμεσα στους Χριστιανούς υπηκόους του σουλτάνου, οι οποίοι πίστευσαν ότι ο φιλελεύθερος άνεμος ισονομίας που εγειρόταν θα σάρωνε το καταπιεστικό οικοδόμημα του χαμιδικού δεσποτισμού.
Κυρίαρχες φυσιογνωμίες των συνωμοτών υπήρξαν οι πασάδες Ενβέρ, Τζεμάλ και Ταλαάτ (πρόσωπο κλειδί στο μηχανισμό των γενοκτονιών). Τις τάξεις της επιτροπής πύκνωναν ήδη από την ίδρυσή της ντονμέδες και Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, ενώ η μασονική στοά «αναστημένη Μακεδονία» ήταν αρχικά ο τόπος των συνωμοτικών συγκεντρώσεών τους, αφού οι ιτιχατιστές της μακεδονικής πρωτεύουσας ήταν, σχεδόν χωρίς εξαίρεση, τέκτονες. Δεν είναι στις προθέσεις μου να ενδιατρίψω στην προσωπογραφία των Νεοτούρκων· σημειώνω όμως με έμφαση ότι οι άνθρωποι αυτοί, μολονότι ύψωσαν με πάθος το λάβαρο του φιλελευθερισμού, επρόκειτο στην πραγματικότητα να σχεδιάσουν και να εφαρμόσουν με μαθηματικές μεθόδους την πρώτη τριπλή γενοκτονία του 20ου αιώνα. Γιατί - και τούτο ίσως να μην είναι ευρέως γνωστό – ο πρώτος μελετητής που εισηγήθηκε την χρήση του όρου γενοκτονία προς δήλωση τέτοιου είδους εγκλημάτων, ο Εβραιοπολωνός καθηγητής Ράφαελ Λέμκιν, διασάφησε το περιεχόμενο του όρου με βάση κυρίως τη μοίρα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας!
|
Ράφαελ Λέμκιν |
Ακούσαμε ήδη τα όσα καίρια εκτέθηκαν από τον προλαλήσαντα, οπότε παρέλκει η επανάληψή τους. Έκρινα επομένως σκόπιμο να μετατρέψω την παρούσα εισήγηση σε μια παρουσίαση ενός αποκαλυπτικού πονήματος την εθνοκαθαρτική πολιτική των Νεοτούρκων ενός νεαρού ιστορικού ερευνητή, του Φουάτ Ντουντάρ, που μεταφράστηκε ευτυχώς προσφάτως και στη γλώσσα μας. Είναι ευτύχημα ότι πλην των Αρμενίων ιστορικών αλλά και αρκετών δυτικών εσχάτως και Τούρκοι μελετητές θραύουν τα στερεότυπα της παλαιότερης τουρκικής ιστοριογραφίας και αναδιφώντας σε επίσημα οθωμανικά αρχεία, κυρίως σε αυτά της κρυποτογραφικής υπηρεσίας (σιφρέ καλεμί) του οθωμανικού υπουργείου των Εσωτερικών, ανασύρουν και αξιολογούν τα τεκμήρια των νεοτουρκικών «εγλημάτων κατά της ανθρωπότητας».
Το βιβλίο του Φουάτ Ντουντάρ, Ο Κώδικας της σύγχρονης Τουρκίας, ασφαλώς και δεν γεννήθηκε εν κενώ αέρος· δεν αποτελεί την πρώτη ούτε την μοναδική μελέτη που αναδιφεί σε επίσημα τουρκικά έγγραφα ή ανεπίσημες αναφορές. Είχαν προηγηθεί οι σημαντικές μελέτες των Κεβορκιάν, Χοβανισιάν και Νταντριάν για την αρμενική γενοκτονία.
Είχε προηγηθεί επίσης ο Τανέρ Ακσάμ, τρομερό παιδί της σύχρονης ιστοριογραφίας, ο οποίος σε ένα εμβριθές πόνημά του είχε τεκμηριώσει τον εθνοτικό χαρακτήρα των κινήτρων της γενοκτονικής πολιτικής που ακολούθησαν οι Νεότουρκοι εναντίον ειδικά των Αρμενίων. Ο ίδιος μελετητής επιβεβαίωσε ακόμα αυτό που εδώ και δεκαετίες είχε καταστεί εκτός Τουρκίας αντικείμενο ευρύτερης συναίνεσης, ότι δηλ. η πολιτική των εκτοπισμών και της εξολόθρευσης των Αρμενίων εφαρμόσθηκε επί τη βάσει ενός καλά προμελετημένου σχεδίου και στηρίχθηκε στην κατά το μάλλον ή ήττον άτεγκτη εφαρμογή της αρχής της πληθυσμιακής ποσόστωσης ως προς τους αρμενικούς πληθυσμούς. Σύμφωνα με αυτήν, σε καμία περιοχή της Ανατολίας το αρμενικό στοιχείο δεν έπρεπε να υπερβαίνει στο σύνολο του πληθυσμού ένα ποσοστό που κυμαινόταν μεταξύ του 5% και του 10% κατά περίπτωση. Επρόκειτο για μια ανακάλυψη κλειδί, που Τανέρ Ακσάμ, αποδεικνύει ότι βρίσκεται στη βάση της αρμενικής γενοκτονίας, οι φάσεις της οποίας, ως γνωστόν, ξεκινούσαν με μαζικές εκτοπίσεις πληθυσμών, μεταφορά τους σιδηροδρομικώς στο άκρο του σιδηροδρομικού δικτύου, από όπου ξεκινούσαν υπό ακραία αντίξοες συνθήκες μακρές και κοπιώδεις πορείες γυναικοπαίδων και ηληκιωμένων προς τους τόπους τελικής εγκατάστασης, ανάμεσα στους οποίους οι κυριότεροι ήταν οι ερημικές ή αραιοκατοικημένες περιοχές της σημερινής Β. Συρίας και του Ιράκ, όπως η τρομερή έρημος του Ζορ.
Όμως αυτό που ήλθε εν τέλει να προσφέρει το βιβλίο, στο οποίο διάλεξα σήμερα να επιστήσω ιδιαιτέρως την προσοχή σας, είναι μια πανοραμική θέαση, πλήρως τεκμηριωμένη, της νεοτουρκικής πολιτικής έναντι όλων των μη τουρκικών εθνοτήτων, πρωτίστως των χριστιανικών: Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων, και δευτερευόντως ακόμα και των Εβραίων και των Κούρδων. Ιδιαιτέρως γόνιμη υπήρξε η έρευνα του Ντουντάρ στον τομέα της στατιστικής και των πληθυσμιακών απογραφών, καθόσον αποδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας με βάση τη μελέτη μυστικών χαρτών και πολυάριθμων κρυπτοτηλεγραφημάτων ότι οι εκτοπισμοί όλων των εθνοτήτων, ιδιαιτέρως όμως των Ελλήνων και των Αρμενίων, ήταν αποτέλεσμα μιας επιχείρησης εφαρμοσμένων μαθηματικών και στατιστικής: Οι εντολές εξαπολύονταν με κρυπτοτηλεγραφήματα από τον εγκέφαλο της ενωτικής κυβέρνησης, τον Ταλαάτ πασά, σε κάθε στάδιο της διαδικασίας λαμβάνονταν υπ’ όψη οι πληθυσμιακές στατιστικές, ενώ τελικός στόχος αναμφίβολα υπήρξε η βαθιά δημογραφική αναμόρφωση της Μικράς Ασίας και ο πλήρης εκτουρκισμός της.
ΙΙ. Μύθοι και πραγματικότητα
Μια σειρά μύθων οι οποίοι τροφοδοτούσαν την σχετική επιστημονική έρευνα μέχρι πρότινος και δυστυχώς επιβιώνουν ακόμα σε κάποια επιστημονικοφανή εγχειρίδια καταρρίπτονται από την μελέτη του Φ. Ντουντάρ
1) Ο μύθος του απροσχεδίαστου χαρακτήρα των σφαγών. Επιβιώνει σήμερα μόνον στην καθεστωτική ιστοριογραφία της Τουρκίας. Στη διεθνή επιστημονική κοινότητα αντιθέτως δεσπόζει πλέον ειδικώς για τους Αρμενίους η άποψη ότι ο εκτοπισμός τους υπήρξε αποτέλεσμα μιας καλά προσχεδιασμένης πολιτικής με πρωταρχικώς εθνικιστικά κίνητρα. Και μολονότι είναι αλήθεια ότι ήδη ο Αμερικανός πρόξενος στη Σμύρνη το ’22, Τζ Χόρτον, είχε μιλήσει επί τη βάσει της προσωπικής εμπειρίας του για φάσεις ενός «καλά σχεδιασμένου προαγράμματος εξολόθρευσής της Χριστιανοσύνης από όλο το μήκος και το πλάτος της άλλοτε Βυζαντινής αυτοκρατορίας», ενώ σύγχρονοι ερευνητές, όπως οι Dominik J. Schallerκαι Jürgen Zimmerer, θεωρούν προφανή τον γενοκτονικό χαρακτήρα της δολοφονικής εκστρατείας κατά των Ελλήνων, εντούτοις διατείνομαι ότι χάρη στον Φουάτ Ντουντάρ παραμερίζεται και η τελευταία σχετική αμφιβολία: η πολιτική των Ιτιχατιστών εναντίον τόσο των Αρμενίων όσο και εναντίον των Ελλήνων και των λοιπών εθνοτήτων παρουσιάζεται ως η εκδίπλωση ενός σχεδίου που όχι μόνον προμελετήθηκε καλά, αλλά εφαρμόστηκε μεθοδικά με τη βοήθεια των μυστικών χαρτών και πληθυσμιακών απογραφών. Μάλιστα πιστοποιείται επί τη βάσει κρυπτοτηλεγραφημάτων ότι ο ίδιος ο Ταλαάτ πασάς, ο εγκέφαλος της νεοτουρκικής κυβέρνησης, ετηρείτο ενήμερος για τις καθημερινές απώλειες των Αρμενίων κατά καθ’ οδόν προς τους τόπους εκτοπισμού τους, ενώ υπογραμμίζεται εκ νέου η άποψη σύμφωνα με την οποία την νεοτουρκική πολιτική κάλυπτε η Γερμανία. Μάλιστα ειδικά όσον αφορά τον εκτοπισμό των Ελλήνων από το Αϊβαλί την σχετική άδεια έδωσε ο Γερμανός στρατιωτικός σύμβουλος στην Τουρκία Λίμαν φον Ζάντερς. Τέλος ο Ντουντάρ εκμεταλλεύεται την αποδεικτική αξία του περιβόητου Καρά καπλί τεφτέρ (το τετράδιο με το μαύρο κάλυμμα) του Ταλαάτ, ένα τμηματικά δημοσιευόμενο έγγραφο, που συντάχθηκε από αρμοδίους τους υπουργείου Εσωτερικών της αυτοκρατορίας, από το οποίο προκύπτει αβίαστα ο προσχεδιασμός της πολιτικής των εθνοτήτων.
2) Ο μύθος σχετικά με τα κίνητρα των Νεοτούρκων: Σύμφωνα με αυτόν τα μέλη της επιτροπής Ενώσεως και Προόδου, παρέμειναν δήθεν πιστά στον υπερεθνικό οθωμανισμό· επομένως οι εναντίον των Αρμενίων και των λοιπών εθνοτήτων διωγμοί που εξαπέλυσαν εξυπηρετούσαν καθαρώς σκοπούς κρατικής ασφάλειας. Το μυθώδες αυτό επινόημα εξωραϊσμού των νεοτουρκικών εθνοκαθάρσεων θα διατυπώσει, μεταξύ άλλων, και ο Ντόναλντ Κουόρτερτ, ένας από τους μεγαλόσχημους πανεπιστημιακούς ιστορικούς του αγγλοσαξωνικού χώρου, το έργο του οποίου, Η Οθωμανική αυτοκρατορία. Οι τελευταίοι αιώνες, κυκλοφορεί από χρόνια μεταφρασμένο στη γλώσσα μας και αντιπροσωπεύει δυστυχώς ακόμα και σήμερα μια από τις κύριες πηγές ενημέρωσης του μέσου μορφωμένου Έλληνα για τα σχετικά θέματα. Γράφει ο Κουόρτερ σχεδόν απολογητικά για τη σφαγή των Αρμενίων: το οθωμανικό «κράτος σκότωνε όχι για φυλετικούς ή εθνικιστικούς λόγους, αλλά μάλλον επειδή φοβόταν τους Αρμενίους ως ενεργούς ή δυνάμει επαναστάτες…». Ο ίδιος ο ερευνητής θα διαβεί τον Ρουβίκωνα, όταν εμμέσως πλην σαφώς θα συγκρίνει τις σφαγές των Αρμενίων με αυτή των Τούρκων της … Τριπολιτσάς (!) από τους Έλληνες μετά την άλωση της πόλης το 1821 με προφανή, αν και ανομολόγητο σκοπό, να αμβλύνει στην συνείδηση του αναγνώστη την απαξία των νεουτουρκικών εγκλημάτων μέσω μιας απολύτως ανεπίτρεπτης, όχι μόνον ηθικά αλλά και επιστημονικά, εξομοίωσης του κατακτητή με τους κατακτημένους, του θύτη με τα θύματά του.
|
Ο Ενβέρ πασά |
Όμως τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Ενώ ο Τανέρ Ακτσάμ είχε ήδη αποδείξει ειδικά για τους Αρμενίους ότι τα κίνητρα της εναντίον τους πολιτικής ήταν εθνοτικά, ο Ντουντάρ έρχεται να προσαγάγει αδιάσειστα τεκμήρια για τον εθνικιστικό χαρακτήρα της νεοτουρκικής πολιτικής και έναντι των Ελλήνων αλλά και των λοιπών εθνικών ομάδων. Γράφει χαρακτηριστικά: «οι μετακινήσεις αυτές» οφείλονταν στην πολιτική των εθνοτήτων και όχι σε στρατιωτικούς σκοπούς. «Η απόδειξη αυτού είναι ότι, μετά από κάθε εκκένωση, ακολουθεί η εγκατάσταση μουσουλμάνων… ». Για παράδειγμα «στις 20 Ιουλίου 1915, κατόπιν μιας διαταγής εκτέλεσης μυστικής καταμέτρησης πληθυσμού, εκδίδεται η εντολή στα νησιά της Προποντίδας να σταλούν πρόσφυγες που ανήκουν στο τουρκικό στοιχείο». Επιπλέον, σε αντίθεση με τις παραπλανητικές βεβαιώσεις του Κουόρτερτ, ο Ντουντάρ αποδεικνύει ότι οι Οθωμανοί κατέγραφαν ακόμα και τους μουσουλμάνους της αυτοκρατορίας σύμφωνα με την εθνική τους καταγωγή, γεγονός που έρχεται να επιβεβαιώσει την άποψη ότι η ηγεσία των ιτιχατιστών ήταν αφοσιωμένη στο ιδανικό ενός ακραιφνούς τουρκισμού. Ανάμεσα στις μουσουλμανικές εθνοτικές ομάδες που κατέγραφαν ξεχωριστά ήταν και οι Κούρδοι, οι οποίοι είχαν χαρακτηρισθεί ως λαός που μπορεί εύκολα να αφομοιωθεί.
3) Καταρρίπτεται ο μύθος σύμφωνα με τον οποίο οι χριστιανικοί πληθυσμοί δεν αποτελούσαν την αριθμητική πλειοψηφία στην Μικρά Ασία και άρα δεν υπήρχε ανάγκη να μεταβάλει η νεοτουρκική εξουσία την πληθυσμιακή της σύνθεση. Την άποψη αυτή που υποστήριξαν στο πρελθόν οι Κεμάλ Καρπάτ και Τζάστιν Μκκάρθυ, έρχεται να καταρρίψει ο Ντουντάρ, αποδεικνύοντας ότι το πρόβλημα δεν εστιάζεται στο ζήτημα της πλειοψηφίας αλλά στις απογραφές, γιατί αυτές καθόριζαν το ποσοστό συμμετοχής των μη μουσουλμάνων (δηλ. πρωτίστως των Χριστιανών) στα διοικητικά και πολιτικά ζητήματα. Ο Ντουντάρ προσάγει την απόδειξη ότι η εξουσία παρενέβαινε στα στοιχεία των απογραφών.
|
|
4) Καταρρίπτεται ο μύθος του κεμαλικού «εκσυγχρονισμού», σύμφωνα με τον οποίο ο Κεμάλ ήταν ένας προοδευτικός ηγέτης, επικεφαλής ενός γηγενούς κινήματος Τούρκων αγροτών που αγωνίστηκαν και πέτυχαν την απελευθέρωση της πατρίδας τους από τις ξένες δυνάμεις κατοχής. Μολονότι δεν αποτελεί αντικείμενο της έρευνάς του η κεμαλική περίοδος, ο Ντουντάρ προβαίνει στον βαρυσήμαντο ισχυρισμό ότι ένας από τους δύο κύριους παράγοντες της γένεσης του κεμαλικού κινήματος ήταν το ζήτημα της επιστροφής των Ελλήνων στις εστίες τους (ο δεύτερος ήταν οι καταλήψεις εδαφών από τους ξένους). Με άλλα λόγια τη βάση του κεμαλισμού συγκρότησαν μουσουλμάνοι πρόσφυγες που είχαν εγκατασταθεί στις ιδιοκτησίες των Ελλήνων και των άλλων Χριστιανών. Θυμάμαι εδώ τον Δημοσθένη, ο οποίος είχε σοφά πει: «φύσει τὰ τῶν ἁπόντων τοῖς παροῦσι ὑπάρχει» (δηλ. η ιδιοκτησία αυτών που απουσιάζουν περιέρχεται σε αυτούς που παραμένουν). Λοιπόν ο κεμαλισμός φρόντισε ώστε οι Έλληνες να απουσιάσουν για πάντα από τις πανάρχαιες εστίες του…. με τα γνωστά επακόλουθα.
ΙΙΙ Κρίσιμα συμπεράσματα:
Μολονότι οι εκτοπισμοί και οι σφαγές των Ελλήνων της Ανατολίας έχουν ήδη αναγνωρισθεί ως γενοκτoνία από την Διεθνή Ένωση Μελετητών των Γενοκτονιών (IAGS) και παρά το ότι ιστορικοί παγκόσμιου βεληνεκούς, όπως ο καθηγητής του Χάρβαρντ Νάιαλ Φέργκυσον, παραλληλίζουν τις σφαγές των Ελλήνων του Πόντου και της Μ. Ασίας με την γενοκτονική πολιτική κατά των Αρμενίων, αρκετοί σύγχρονοι μελετητές αρνούνται να εξομοιώσουν την νεοτουρκική πολιτική έναντι των Ελλήνων με αυτή που ακολουθήθηκε έναντι των Αρμενίων. Ο Μαρκ Μαζάουερ, επί παραδείγματι, ένας από τους πλέον διαβασμένους στην Ελλάδα αγγλοσάξωνες ιστορικούς, αποφαίνεται ότι οι «εκτοπισμοί των Ελλήνων ήταν σχετικώς μικρής κλίμακας και δεν φαίνεται να σχεδιάστηκαν με στόχο τον θάνατο των θυμάτων».
Είναι λοιπόν χάρη στον Φουάτ Ντουντάρ και την περισπούδαστη μελέτη του που εκδιπλώνεται ενώπιόν μας σε όλη την τραγικότητά της η μοίρα των εκατοντάδων χιλιάδων προγόνων μας, του Πόντου, της Θράκης, των μικρασιατικών παραλίων, αλλά ακόμα και περιοχών, όπως η Κιλικία ή η Συρία, οι οποίοι έπεσαν θύμα της εθνοκαθαρτικής πολιτικής πληθυσμιακής αναμόρφωσης της Ανατολίας που εφάρμοσαν οι Νεότουρκοι. Και όλα αυτά κατά την περίοδο που προηγείται της εισόδου στο προσκήνιο του Ατατούρκ, του οποίου η δράση εναντίον των Ποντίων αρχίζει την 19η Μαΐου του 1919, μετά δηλ. την κατάρρευση της Οθωμανίας των Νεοτούρκων. Αυτό το υπογραμμίζω με έμφαση, γιατί είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι η τουρκική εθνοκαθαρτική πολιτική εναντίον των προγόνων μας ξετυλίγεται σε ένα χρονικό διάστημα που αγγίζει τα 10 χρόνια, από το 1913-1922. Ο Ντουντάρ καθιστά σαφές ότι η πρώτη φάση των εκτεταμένων διώξεων ξεκινά ήδη από το 1913 με πρώτο στόχο την περιοχή της Θράκης, έπειτα των μικρασιατικών παραλίων και εν συνεχεία του Πόντου.
Εν τέλει πόσο μικρής κλίμακας υπήρξαν οι διωγμοί κατά των Ελλήνων όλων των περιοχών της αυτοκρατορίας θα διδάξει στον κύριο Μαζάουερ ο Φουάτ Ντουντάρ, ο οποίος αν και παραδέχεται ότι είναι εξαιρετικά δύσκολος ο ακριβής υπολογισμός των θυμάτων, προσάγει μαρτυρίες που μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι ο συνολικός αριθμός των θυμάτων (δηλ. και κατά την νεοτουρκική και κατά την κεμαλική φάση της γενοκτονίας) μπορεί και να ξεπερνά τις 750.000.
Κατά την ταπεινή μου αντίληψη, είναι περισσότερο από προφανές ότι η δημοσίευση του βιβλίου αυτού στη γλώσσα μας ήταν καθήκον επιβεβλημένο. Το καθήκον αυτό δεν έσπευσαν να τον εκπληρώσουν προβεβλημένα μέλη των ακαδημαϊκών μας ελίτ, ενώ ο εκδοτικός οίκος που τελικώς το φιλοξενεί δεν συγκαταλέγεται στην εκδοτική νομενκλατούρα του τόπου μας. Το γεγονός αυτό ορίζει, κατά την ταπεινή μου αντίληψη, το μέτρο παρακμής της κοινωνίας μας, που παρασιτεί ήδη από καιρό όχι μόνον οικονομικά αλλά και πολιτισμικά αναμηρυκάζοντας με ληθαργική αυτάρκεια τα στερεοτυπικά φληναφήματα της πολιτικής ορθότητας.
Θυμίζω, εν παρόδω, ότι σε μια πολύτομη σειρά Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού, που εξέδωσε πριν από μερικά χρόνια γνωστός εκδοτικός οίκος και μοίρασε με τα φύλλα της ακόμα γνωστότερη εφημερίδα δημοσιογραφικού οργανισμού των Αθηνών, το σχετικό με τους νεοτούρκους κεφάλαιο παρασιωπά σχεδόν πλήρως οτιδήποτε σχετικό με τα εθνοτικά τους εγκλήματα. Οφείλουμε επομένως χάριτες στους μεταφραστές και τους συνεκδότες,greekworks.com, Αρβανιτίδη και τον Νέο κύκλο Κωνσταντινουπολιτών που πραγματοποίησε την ελληνική έκδοση.
Είναι από εκεί και πέρα ανάγκη να διαδοθούν ευρύτερα τα ερευνητικά πορίσματα του Ντουντάρ. Η ελληνική επιστημονική κοινότητα, οι άρχουσες πολιτικές ελίτ του τόπου μας, οι δημοσιογραφικοί κύκλοι, αλλά και το ευρύτερο ελληνικό κοινό έχουν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να εμβαθύνουν στο φαινόμενο που αποκαλείται σύγχρονο τουρκικό κράτος, στο μέτρο που με το πόνημα του Ντουντάρ έρχεται να επιβεβαιωθεί κατά τρόπο πανηγυρικό και συνάμα επώδυνο για όλους μας η απόφανση του Τζων Ουίλιαμς, ότι σχεδόν το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού της Ανατολίας είτε εκτοπίσθηκε είτε σφαγιάσθηκε με αποτέλεσμα να προλειανθεί το έδαφος για την οικοδόμηση της σύγχρονης δημοκρατίας της Τουρκίας.
Η πρακτική χρησιμότητα του πονήματος για του σχεδιαστές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και τα κέντρα λήψης των σχετικών αποφάσεων γίνεται ευκολότερα αντιληπτή αν λάβει κανείς επιπλέον υπ’ όψη του την βαρύνουσα εκτίμησης του Μουράτ Κανάτ. Αυτός ο τελευταίος, εκτιμώντας τα εκπληκτικά πορίσματα του Φουάτ Ντουντάρ, αποφαίνεται ότι «για να κατανοήσουμε την σημερινή αποικιοκρατική πολιτική της Τουρκίας στην Κύπρο, θα πρέπει να μελετήσουμε την πολιτική εκτοπισμών και μετακίνησης των πληθυσμών κατά την Οθωμανική περίοδο… Η πολιτική αυτή καθορίζει σε σημαντικό βαθμό και σήμερα το μέλλον της Κύπρου»
Συμπερασματικά θα συνόψιζα:
Δικαιούμαστε πια και οφείλουμε να κάνουμε λόγο για Ελληνική Γενοκτονία, μέρος της οποίας αποτελεί και η γενοκτονία των Ελλήνων του Ευξείνου Πόντου. Δεν αγνοώ ασφαλώς ότι στο υπόβαθρο του οργανωμένου εγκλήματος των ιτιχατιστών δεν ανιχνεύεται μια καλά διαρθρωμένη ιδεολογία, όπως αυτή με την οποία οι ναζί λίγα χρόνια αργότερα έντυσαν την βουλιμική αρπακτικότητά τους έναντι του εβραϊκού πλούτου και δικαιολόγησαν το φονικό μίσος τους εναντίων των Εβραίων – αυτή είναι αναμφίβολα και η χαρακτηριστικότερη διαφορά μεταξύ των δύο περιπτώσεων. Όμως ο εθνοτικός-φυλετικός χαρακτήρας των σφαγών της Ανατολίας δεν μπορεί πια να αμφισβητηθεί· όπως δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ο κυνισμός με τον οποίον εκτελέσθηκαν και τον οποίον δεν αισθάνθηκαν καν την ανάγκη να κρύψουν οι αυτουργοί του εγκλήματος: Σε μια συνομιλία του προς τον Αμερικανό πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Χ. Μόργκενταου ο Ταλαάτ πασά θα συνοψίσει το πεντόσταγμα της φασιστικής «λογικής» της συλλογικής ευθύνης: ο αθώος της σήμερον μπορεί να είναι ο ένοχος της αύριον…
Επομένως πέφτει μας βαρύνει η ευθύνη για συνεργασία με τον πολύτλαντα αρμενικό λαό και τους φορείς των ακόμα και σήμερα διωκομένων Χριστιανών της Μ. Ανατολής, προκειμένου από κοινού να επιδιώξουμε σε όλα τα αρμόδια διεθνή φόρα την αναγνώριση των τριών πρώτων γεονοκτονιών του 20ου αιώνα, των Ελλήνων, των Αρμενίων και των Ασσυρίων της Ανατολίας. Αποτελεί ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη των εκατομμυρίων θυμάτων του νεοτουρκικού καθεστώτος και της φυσικής του συνέχειας, του κεμαλισμού, η ενορχήστρωση σύντονων πιέσεων σε διεθνές επίπεδο, ούτως ώστε να εξαναγκαστεί το σύγχρονο τουρκικό κράτος να αντιμετωπίσει επί τέλους την ιστορία του κατάματα και να προβεί στο ιστορικά οφειλόμενο διάβημα «συγγνώμης» προς τους απογόνους των θυμάτων του αλλά και την διεθνή κοινότητα. Ας μην λησμονούμε ότι ήταν οι δυτικοί σύμμαχοι αυτοί που αμέσως μετά το πέρας του Α΄ ΠΠ. χαρακτήρισαν την πολιτική των Νεοτούρκων ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.
Η σύγχρονη Τουρκία οφείλει και μπορεί να το πράξει: Οφείλει, γιατί είναι το διάδοχο κράτος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, η οποία στον επιθανάτιο ρόγχο της άνοιξε τις πύλες του άδη για εκατομμύρια αθώες ψυχές· το μπορεί, γιατί το σύγχρονο τουρκικό κράτος, μολονότι γέννημα και θρέμμα του κεμαλικού εθνικοσοσιαλισμού, διανύει πια σήμερα μια παρατεταμένη φάση μετεξέλιξης, καθοδηγούμενο από άρχουσες ελίτ που επιδιώκουν να αποστασιοποιηθούν από θεμελιακές επιλογές του κεμαλισμού, όσο κι αν αυτό δεν συμβαίνει πάντα με τον τρόπο που θα επιθυμούσαμε εμείς. Το μπορεί εν τέλει γιατί της το επιτρέπει η αύξουσα οικονομική και κοινωνική ευρωστία των τελευταίων ετών, συνεπεία της οποίας αναδύεται ολοένα και δυναμικότερα στο προσκήνιο μια μεσοαστική τάξη διαμορφωμένη μέσα από μια διασταύρωση παράδοσης και εκσυγχρονισμού, η οποία συντελείται, τουλάχιστον εν μέρει, και με όρους αμφισβήτησης του κατεστημένου. Η εκπληκτικά ρηξικέλευθη σύγχρονη τουρκική ιστοριογραφία, καρπός της οποίας είναι το πόνημα του Ντουντάρ, αλλά και αυτό του Τανέρ Ακτσάμ, πιστοποιούν του λόγου το αληθές.
Εν τέλει δεν πρόκειται μόνον για ζήτημα τιμής αλλά και ρεαλισμού: αν η Τουρκία επιθυμεί ειλικρινώς να υιοθετήσει το ευρωπαϊκό κεκτημένο και να επωφεληθεί από αυτό, θα πρέπει κατ’ ανάγκη να διέλθει μέσα από το καθαρτήριο της ιστορικής κρίσης, στην οποία εξάλλου υποβλήθηκε και συνεχίζει να υποβάλλεται η Γερμανία, διάδοχο κράτος του εγκληματικού Γ΄ Ράιχ. Αν πάλι η Δύση είναι σε θέση να διατηρεί έρμα αξιοπιστίας, οφείλει να υποκλιθεί με σεβασμό, όπως ήδη κάποιες χώρες της έχουν πράξει, στην ιερή μνήμη των θυμάτων της πρώτης τριπλής γενοκτονίας του 20ου αιώνα, αυτής των Χριστιανών της Μ. Ασίας. Σε διαφορετική περίπτωση θα επικυρώσει για πολλοστή φορά την πολιτισμική φθίση, από την οποία μοιάζει να πάσχει ανιάτως τις τελευταίες δεκαετίες, η δε Τουρκία με καταχωνιασμένους του σκελετούς του πρόσφατου παρελθόντος της στις σκοτεινές καταπακτές της Ιστορίας θα συνεχίσει τον «ιδιαίτερο δρόμο» της με άδηλες, αυτή τη στιγμή τουλάχιστον, επιπτώσεις για την ειρήνη και την ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή μας. Ήδη ο άτυπος άξονας που φαίνεται ότι συγκροτεί με το Κατάρ, συνεπικουρούμενη από την ένοχη -τουλάχιστον- σιωπή μεγάλων δυτικών προστατών της, μοιάζει να λειτουργεί ως αιγίδα κάλυψης του διαβόητου ΙΣΙΣ, ο οποίος αναβιώνει το φάντασμα των νεοτουρκικών εθνοκαθάρσεων, καθώς αυτή τη στιγμή ξεριζώνει με ψυχεδελική μανία Χριστιανούς όλων των Εκκλησιών, αλλά και μετριοπαθείς μουσουλμάνους από τις ιστορικές τους εστίες σε Μέση ανατολή και Β. Αφρική.
To blog του κυρίου Παναγόπουλου όπου αναρτά τις ομιλίες , δράσεις του και πολλά ενδιαφέροντα θέματα είναι το http://panagopoulos-dogmatiki.blogspot.gr/